Δεν έχει η αγάπη σύνορα, δεν τηνε πιάνει νόμος
όπου περάσει και διαβεί είν' ανοιχτός ο δρόμος.
Φαντάστηκα πως μ' αγαπάς κι ένιωσα πως υπάρχω
σκέψου, για να 'μαστε μαζί, τι ευτυχία θα 'χω.
Στον έρωντά σου κοπελιά δεν έχει ο πόνος άκρη
κι έκαμε ρυακοφάγωμα στο μάγουλο το δάκρυ.
Ανάθεμα στη λογική που δε μου επιτρέπει
και μου φωνιάζει μια ζωή, όχι, γιατί δεν πρέπει.
Δύναμη θέλει ν' αγαπάς, πράμα που εσύ δεν έχεις
γι' αυτό στα πάθη του σεβντά μη μπεις, για' δεν αντέχεις.
Δεν έχω όνειρα πολλά, ένα 'ναι, μα μεγάλο
τσ' αγάπης μας κι ανέ χαθεί, δε ξανακάνω άλλο.
Έφυγες, μα του χωρισμού τα δάκρυα, δεν είδες
για να κρατήσω δροσερές, του γυρισμού τσ' ελπίδες.
Πληγή π' ανοίγει ο χωρισμός, δεν τηνε κλειούνε οι χρόνοι
γιατί πατούνε οι θύμησες απάνω και ματώνει.
Ώρα που ο ήλιος την αυγή την πρώτη αχτίνα βγάνει
η σκέψη σου ποδαρικό έρχεται να μου κάνει.
Θε μου και δώσ' τση όνειρα, μα να' ναι μπερδεμένα
και να 'ναι αιτία να ξυπνά, με μάθια δακρυσμένα.
Αφού τση νύχτας τ' όνειρο με την αυγή δε σμίγει
ότι χαρά κι ανέ κρατώ στα χέρια, θα μου φύγει.
Πάντα θλιμμένη χαραυγή για 'μένα ξημερώνει
γιατί την ώρα που ξυπνώ, κάθε χαρά τελειώνει.
Πρόβλημα ανεξήγητο είν' ο παντέρμος χρόνος
ανέ περάσει, καταλεί κι ανέ σταθεί, 'ναι πόνος.
Κερί ν' ανάψω, δε μπορώ, γιατί θαρρώ πως μοιάζει
με δάκρυα των αμαθιώ, κάθε φορά που στάζει.
Κλαίω, μα δάκρυ δε θωρώ, είναι που δεν τ' αφήνει
ο πόνος μου, γιατί διψά και πριν να βγει, το πίνει.
Το φως τσ' ελπίδας μου θωρώ και τρεμοσβήνει πάλι
μη δυναμώνεις άνεμε, γιατί δεν έχω άλλη.
Έσβησ' αέρας το κερί που κράτουνα στη χέρα
κι είναι για 'μένα η ζωή σκότιδι, νύχτα μέρα.
Μην κλαις αυτούς που έχουνε όνειρα σκοτωμένα
άλλους να κλαις, που τα 'χουνε αζωντανά θαμμένα.
Μοίρα, δε μου 'πεψες καλά, μόνο τσι συμφορές σου
μα διακονιάρη στσι χαρές, δε θα με ιδείς ποτέ σου.
Πουλί, σε τάφο μερακλή μην πας να κελαηδήσεις
γιατί γλυκές αθιβολές πολλές, θα του ξυπνήσεις.
Αγάπη μόνο έδιδα αυτού του ψεύτη κόσμου
κι η πλερωμή μου ήτανε: αν έχεις κι άλλη, δώσ' μου.
Ο κόσμος π' ονειρεύτηκα, μόνο τσ' αυγής ταιριάζει
γι' αυτό 'χω και την πεθυμιά, σαν φεύγω, να χαράζει.
- Γιώργης Σταυρακάκης (Μιχαλόμπας)
Από το βιβλίο "Θλιμμένη Χαραυγή" - Εκδόσεις Σείστρον
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου